Ανακάλυψη των σωματιδίων

Ανακάλυψη των σωματιδίων
— Τα άτομα, που συμπεριφέρονται ως αδιαίρετα σ. στα χημικά φαινόμενα, παρουσιάζουν την πολυπλοκότητα τους στα ηλεκτρομαγνητικά φαινόμενα. Κάθε άτομο αποτελείται πράγματι από ένα πυρήνα, που φέρει θετικό ηλεκτρικό φορτίο και ο οποίος περιβάλλεται από ένα νέφος ηλεκτρόνιων, τα οποία έχουν αρνητικό φορτίο, και αυτή ακριβώς η κατανομή των φορτίων δίνει αφορμή σε φαινόμενα που ανάγονται σε ηλεκτρομαγνητικές αλληλεπιδράσεις. Με τη μελέτη των ηλεκτρομαγνητικών ακτινοβολιών, φτάσαμε στην υπόθεση (Πλανκ*, 1900) της ύπαρξης ενός κβάντου της ηλεκτρομαγνητικής ακτινοβολίας, στο οποίο αργότερα δόθηκε το όνομα φωτόνιο*. Η θεωρία του φω-τοηλεκτρικού φαινόμενου (*φωτοηλεκτρισμός), που διατύπωσε ο Αϊνστάιν το 1905, και η σημασία που απόχτησε η έννοια του φωτονίου από την πρώτη διατύπωση της κβαντικής θεωρίας του ατόμου από τον Μπορ* (1913) επέτρεψαν την πειραματική επιβεβαίωση της ύπαρξης των φωτονίων, δηλαδή του σωματιδιακού χαρακτήρα των ακτινοβολιών (Μίλλικαν* 1916, Κόμπτον* 1923). Αντίθετα προωθήθηκε η υπόθεση (Ντε Μπρολί 1924) ότι τα σωματίδια θα είχαν κυματικές ιδιότητες (κβαντική μηχανική*, μηχανική). Τα πρώτα σ. που ανακαλύφτηκαν ήταν τα ηλεκτρόνια, τα οποία μπορούν εύκολα να καταστούν ελεύθερα, επειδή συνδέονται με τον πυρήνα σχεδόν αποκλειστικά με δυνάμεις ηλεκτροστατικής φύσης (η έλξη της βαρύτητας εΐ-ναι πρακτικά αμελητέα). Το 1932 ο Καρλ Νταίηβιντ Άντερσον* ανακάλυψε ένα σ. που είχε τα ίδια χαρακτηριστικά με το ηλεκτρόνιο, αλλά που έφερε θετικό φορτίο, δηλαδή το θετικό ηλεκτρόνιο ή ποζιτρόνιο*, το οποίο είναι το αντισωματίδιο του κανονικού ηλεκτρόνιου. Ο πυρήνας* εξάλλου αποτελείται από πρωτόνια και νετρόνια (στους δύο αυτούς τύπους σ. δίνεται το όνομα νουκλεόνια). Η δομή του πυρήνα μπορεί αντίθετα να καταστεί γνωστή μόνο με το ενδιάμεσο κρούσεων μεταξύ ατόμων ή πυρήνων, επειδή παρεμβαίνουν οι πυρηνικές δυνάμεις.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Look at other dictionaries:

  • φυσική — Επιστήμη που μελετά τη δομή και τις ιδιότητες της ύλης σε όλες τις πολυποίκιλες συνθήκες και μορφές της, καθώς επίσης τους νόμους που ρυθμίζουν την κίνησή της και τις αμοιβαίες μετατροπές. Αν και η μελέτη της φύσης προκάλεσε το ενδιαφέρον των… …   Dictionary of Greek

  • άτομο — Στοιχείο της φύσης που η επισήμανσή του σχετίζεται με την ιδέα του αδιαίρετου της ύλης. Ά. είναι το μικρότερο μέρος ενός στοιχείου, το οποίο διατηρεί τις ιδιότητές του και μένει αμετάβλητο στις συνήθεις χημικές αντιδράσεις. Ετυμολογικά ο όρος ά.… …   Dictionary of Greek

  • κοσμικές ακτίνες — Σωματιδιακή ακτινοβολία που προέρχεται από τους κοσμικούς χώρους και καταλήγει σταθερά πάνω στην επιφάνεια της Γης. Τα ατομικά ή υποατομικά σωματίδια που αποτελούν τις κ.α. διαθέτουν πολύ υψηλές ενέργειες. Ενδεικτικό είναι ότι τα πρωτόνια,… …   Dictionary of Greek

  • ραδιενέργεια — Ιδιότητα ορισμένων στοιχείων να αποσυνθέτουν αυτόματα (φυσική ρ.) ή τεχνητά (τεχνητή ρ.) τους ατομικούς πυρήνες, με εκπομπή σωματιδιακών ακτινοβολιών (α και β) και ηλεκτρομαγνητικής ακτινοβολίας (γ). Οι πρώτες μελέτες επί της φυσικής ρ. ανάγονται …   Dictionary of Greek

  • ηλεκτρισμός — Γενικός όρος που υποδηλώνει όλα εκείνα τα φυσικά φαινόμενα στα οποία παίρνουν μέρος ηλεκτρικά φορτία, είτε αυτά βρίσκονται σε ηρεμία είτε σε κίνηση. Για τον σκοπό της διατύπωσης των νόμων που διέπουν τα φαινόμενα αυτά και για ευκολία μελέτης,… …   Dictionary of Greek

  • ενέργεια — Ο ορισμός της ε. είναι καρπός μακράς μελέτης και προσπαθειών, οι οποίες εξέτειναν και διεύρυναν την έννοιά της, ώστε να περιλάβει και να πλαισιώσει πλήθος φαινομένων. Σε μια πρώτη προσέγγιση, η ε. μπορεί να οριστεί ως η ικανότητα ενός συστήματος… …   Dictionary of Greek

  • φωτογραφία — Φυσικοχημική μέθοδος με την οποία αποτυπώνονται μόνιμα οι εικόνες πραγματικών αντικειμένων, καθώς αυτές σχηματίζονται ως είδωλα σε ένα σκοτεινό θάλαμο. Οι εικόνες που λαμβάνονται μπορεί να είναι ασπρόμαυρες ή έγχρωμες. Σχηματικά μπορούμε να… …   Dictionary of Greek

  • Ρωσία — H Pωσική Oμοσπονδία αποτελεί το μεγαλύτερο σε έκταση κράτος της γης. Tα σύνορά της ξεκινούν από την Eυρώπη, καλύπτουν όλη την Aσία και φτάνουν στην Άπω Aνατολή. Bόρεια και ανατολικά βρέχεται από τον Aρκτικό και τον Eιρηνικό Ωκεανό και στα δυτικά… …   Dictionary of Greek

  • ηλεκτρόλυση — I To φαινόμενο που προκαλεί, ως συνέπεια της διόδου ηλεκτρικού ρεύματος μέσα από ένα διάλυμα, μια μετατόπιση υλικού στις επιφάνειες ασυνέχειας του συστήματος. Το σύστημα στο οποίο αναφερόμαστε μπορεί να θεωρηθεί κατά προσέγγιση ότι διαιρείται σε… …   Dictionary of Greek

  • μηχανική — Επιστήμη που μελετά την κίνηση και την ισορροπία των σωμάτων. Ανάλογα με τον τομέα έρευνας και με τις αρχές στις οποίες βασίζεται η έρευνα αυτή, διακρίνονται μία κλασική μ. (ή απλώς μ.), μία σχετικιστική μ. και μία κβαντική μ. Οι νόμοι της… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”